When you explain it, it becomes BANAL.

High Season (διήγημα)

Το thumbnail του άρθρου με τίτλο High Season (διήγημα)

Την ημέρα που συνάντησα τη γιγαντιαία αράχνη ήμουν μόνη στο σπίτι. Είχα μόλις γυρίσει από διακοπές το προηγούμενο βράδυ και, εξουθενωμένη όπως ήμουν, αρκέστηκα στο να κάνω μπάνιο, να αλλάξω τα λερωμένα σεντόνια και να κοιμηθώ. Το επόμενο πρωί θα έκανα όλες τις δουλειές που παραμέλησα, θα καθάριζα και θα τακτοποιούσα τη μικρή μας γκαρσονιέρα. 

Το σπίτι αυτό, ημιυπόγειο σε απόκεντρη γειτονιά της πόλης, με εξέπληττε με το πόσο φιλόξενο γινόταν σε έντομα κάθε κατηγορίας, όταν έμενε κλειστό για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από αυτό της βδομάδας. Το «μπαλκονάκι» του ημιυπογείου, ένα περίπου μέτρο και κάτι κάτω από την επιφάνεια του εδάφους, έβλεπε στη μικρή πίσω αυλή της διώροφης πολυκατοικίας και κατακλυζόταν κατά τους ανοιξιάτικους και θερινούς μήνες από μυρμήγκια, κατσαρίδες, ενίοτε γρύλους, σκαθάρια και, στη χειρότερη, από σαρανταποδαρούσες. Είχα εκπαιδευτεί, με τον δύσκολο τρόπο, στο πώς να διαχειρίζομαι κάποια από αυτά, συμπεριλαμβανομένων και των μεγάλων κατσαρίδων με τις απορημένες κεραίες τους – είχα προϋπηρεσία, βέβαια, καθότι κάτοικος Κέρκυρας για πέντε χρόνια, κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε. Το πρωί εκείνο, ξεκίνησα τη μέρα μου αδειάζοντας μισό κατσαριδοκτόνο στη ζωντανή κατσαρίδα που άραζε αμέριμνη ακριβώς έξω από τη δεύτερη είσοδο του σπιτιού. Η πλέον νεκρή από τις χημικές ουσίες κατσαρίδα ακολούθησε τον ίδιον δρόμο με τις ήδη νεκρές συντρόφισσές της, άλλο ένα θύμα της χημικής μας τρομοκρατίας. Το μπαλκόνι πλύθηκε, σκουπίστηκε και ήταν έτοιμο να δεχτεί την πρώτη μπουγάδα.

Σειρά είχε το εσωτερικό της γκαρσονιέρας. Θα σκεφτόταν κανείς πως ένα σπιτάκι 30 τ.μ. θα καθαριζόταν εύκολα και γρήγορα – αμ δε! Όταν μοιράστηκα πρώτη φορά με φίλους πως, γυρνώντας στο σπίτι ύστερα από κάποιο διάστημα κλεισούρας, ένιωσα, διασχίζοντάς το από τη μία άκρη ως την άλλη, να με χαϊδεύουν αόρατες κλωστές, με είπαν υπερβολική. Δηλαδή τι, εσείς δεν σκουπίζετε τα ταβάνια και τους τοίχους των σπιτιών σας; Ήμουν έτοιμη με την ηλεκτρική στο χέρι να ξεκινήσω το συνηθισμένο μου σκούπισμα σε τρεις διαστάσεις, όταν έπεσα πάνω της. Αντανακλαστικά, μου ξέφυγε μια κοφτή κραυγή. Είμαι σίγουρη πως έχω παραγάγει και καλύτερες, αλλά για μία ακόμη φορά εξεπλάγην με τις ικανότητες των φωνητικών μου χορδών. Χρειάστηκα ένα τσιγάρο, δύο τηλεφωνήματα στον πατέρα και τον σύντροφό μου και μία φωτογράφηση της λεγάμενης, για να τη στείλω σε όσους θεώρησα πως θα μπορούσαν να μου παρέχουν συμβουλές διαχείρισης τεράτων. Έχοντας την υποψία πως υπερέβαλλα για το μέγεθός της, ρώτησα τη γνώμη των συμβούλων μου. Όλοι αποφάνθηκαν πως δεν υπερέβαλλα. Έβαλα να ακούσω το Ride of the Valkyries, για να πάρω δυνάμεις, επεξεργαζόμενη τις δυνατότητές μου: ψέκασέ τη, χτύπα τη με το σκουπόξυλο, ρούφα τη με την ηλεκτρική – δεν διαπραγματεύτηκα καν το ενδεχόμενο να την πιάσω με χαρτί, όσα γάντια κι αν φορούσα.

Μα πώς γινόταν, κάθε φορά που την πλησίαζα, εκείνη να φάνταζε αδιάφορη κι εγώ απλώς να οπισθοχωρούσα ηττημένη! Αράχνη – Χρύσα, 1-0. Εξέτασα το ενδεχόμενο να την αφήσω εκεί που ήταν και απλώς να μην την ενοχλήσω – έτσι κι αλλιώς, συγκατοικήσαμε ήδη για ένα βράδυ. Αργότερα, πήρα την απόφαση πως έπρεπε να την ξεφορτωθώ. Έπρεπε, για όλους εκείνους τους ανθρώπους που φοβούνται και σιχαίνονται τα ζωύφια. Θα το έκανα για εκείνους, όχι για ’μένα. Κάθε φορά που την έβλεπα όμως, λιποψυχούσα. Κι αν έβλεπα στην τεράστια αράχνη τη μητέρα μου, όπως η Louise Bourgeois; Όχι, σίγουρα δεν αισθανόμουν τη συγκεκριμένη αράχνη όπως εκείνη, «εξυπηρετική και προστατευτική». Θα καλούσα «εξολοθρευτή», δεν γινόταν αλλιώς. Φίλος του πατέρα μου, μυημένος σε μπαξέδες και ζωάκια, έσπευσε να σώσει τη δεσποσύνη σε κίνδυνο. Ακολούθησε τη μέθοδο «χαρτί κουζίνας και πέταμα στην αυλή». Φάνηκε πολύ απλό. Ντράπηκα, δεν θα το αρνηθώ.

Τα δύο χρόνια μου περίπου σ’ αυτό το σπίτι σκεφτόμουν πάντα τα έντομα που φιλοξενήθηκαν κατά καιρούς να είναι ενθουσιασμένα με το κατάλυμα –5 αστέρια–, να τρελαίνονται με το φαγητό, για το οποίο και έρχονταν, εξάλλου –5 αστέρια–, αλλά να είναι απολύτως δυσαρεστημένα με τους οικοδεσπότες – 1 αστέρι. Λίγο αργότερα την ίδια μέρα, και αφού έκανα έξωση στην τεράστια αράχνη, θα ξεκλήριζα μια φωλιά μυρμηγκιών που έκαναν φιέστα στον πάγκο της κουζίνας. Έμεινα κάπως έτσι, απαυδισμένη, να περιμένω το φθινόπωρο, και το τέλος της high season.  


Μοιράσου το με αγαπημένους σου