When you explain it, it becomes BANAL.

«Ω, ο Σούγκαρμαν πετάει και φεύγει»: Το Τραγούδι του Σόλομον

Ελένη Βλάχου

Ελένη Βλάχου

Νοέμβριος 11, 2021

Το thumbnail του άρθρου με τίτλο «Ω, ο Σούγκαρμαν πετάει και φεύγει»: Το Τραγούδι του Σόλομον

Μετά τον θάνατο του πατέρα της, κι έχοντας ήδη γράψει δύο βιβλία στα οποία γυναίκες είχαν τον κεντρικό ρόλο (το Γαλάζια Μάτια και το Σούλα), η Τόνι Μόρισον γράφει ένα βιβλίο που περιστρέφεται γύρω από τη ζωή ενός άντρα, του Μίλκμαν, με την αφήγηση να ξεκινά μία ημέρα πριν από τη γέννησή του και να κλείνει τη στιγμή που τον βλέπουμε να πετάει. «Αυτό το μυθιστόρημα» εξηγεί η ίδια η Μόρισον, «πραγματεύεται το θέμα της πτήσης, κι αυτό που ήθελε να αφηγηθεί είναι η ιστορία ενός μαύρου άντρα που μαθαίνει να πετάει, να αποδρά».

Ο Μίλκμαν είναι ο γιος ενός σκληρού πατέρα, του Μέικον Ντεντ, και μιας μάλλον παραιτημένης μητέρας, της Ρουθ, που μοιράζεται τα υποτακτικά στοιχεία του χαρακτήρα της με τις δύο αδερφές του Μίλκμαν, την Κορίνθιανς Φερστ και τη Λίνα. Ο Μίλκμαν παραιτείται κι αυτός, πολύ νέος, από την προσπάθεια να πετάξει, και μεγαλώνοντας διάγει μια άνετη ζωή, διαχειριζόμενος τις μεσιτικές επιχειρήσεις του πατέρα του, βγαίνοντας με γυναίκες και πίνοντας αλκοόλ. Παρά τη φαινομενική, σχετική ανεξαρτησία που του δίνει η οικονομική επιφάνεια της οικογένειάς του, ο ίδιος δεν φαίνεται να χαράζει δική του πορεία. Το ίδιο συμβαίνει και στις δύο αδερφές του.

Στην άλλη πλευρά του ποταμιού ζει το άλλο μισό της οικογένειας: η αδερφή του πατέρα του, η Πάιλετ, με την οποία ο Μέικον Ντεντ δεν μιλά εδώ και χρόνια. Μαζί της μένει η κόρη της, η προικισμένη με αστείρευτη τύχη Ρίμπα, και η εγγονή της, η Χάγκαρ, με την οποία ο Μίλκμαν θα συνδεθεί ερωτικά. Την Πάιλετ τη θεωρούν περίεργη, μάγισσα, πότισσα, τρελή ή όλα αυτά, είναι, όμως, δυναμικά ανεξάρτητη, ενώ ταυτόχρονα ξέρει να νοιάζεται για τους ανθρώπους που συναντά. Η Πάιλετ γεννήθηκε χωρίς αφαλό, έχει ταξιδέψει και εργαστεί σε πολλές πολιτείες, κι εξακολουθεί να εργάζεται παράγοντας το δικό της κρασί. Θυμάται ότι είδε τον πατέρα της «να πετάει», καθώς υπερασπιζόταν με το ίδιο του το σώμα τη γη του απέναντι στους λευκούς.

Ο πιο στενός φίλος του Μίλκμαν είναι ο Γκιτάρ, ένας δυναμικός άντρας, που όσο περνάν τα χρόνια αποστρέφεται την παθητικότητα και τον εγωκεντρισμό του Μίλκμαν. Όταν ο Γκιτάρ προσχωρεί στις «Επτά Ημέρες», μια ομάδα επτά μαύρων ανδρών που δολοφονούν ένα λευκό άτομο για κάθε απρόκλητη δολοφονία μαύρου ατόμου, ο Μίλκμαν δεν μπορεί καν να προσπαθήσει να καταλάβει τα κίνητρά του.

Έχοντας φτάσει πια σε σημείο να μη νιώθει σύνδεση με την οικογένειά του, να απωθεί τη Χάγκαρ και να μην κατανοεί τα αιτήματα της ίδιας της κοινότητάς του, αλλά χωρίς να έχει αποκοπεί εντελώς από κανέναν από αυτούς, στο δεύτερο μέρος της ιστορίας ο Μίλκμαν ξεκινά ένα μακρύ ταξίδι μέχρι την Πενσιλβάνια, για να βρει χρυσό που θρυλείται ότι είχε μείνει σε μια σπηλιά εκεί, σύμφωνα με τα λεγόμενα του πατέρα του. Εκεί, χρυσάφι δεν βρίσκει, αλλά οδηγείται σε ένα ταξίδι που τον κάνει να γνωρίσει την καταγωγή του, τα ονόματα της οικογένειάς του, και τους τρόπους με τους οποίους συνδέθηκαν μεταξύ τους. Μέσα από αυτήν την πορεία, ξεφεύγει για πρώτη φορά από το ατομικό και συναντά το συλλογικό και, ακόμα περισσότερο, το ιστορικό, την αρχαιολογία της οικογένειάς του. Ακούγοντας κάποια παιδιά να τραγουδούν ένα τραγούδι παίζοντας, το Τραγούδι του Σόλομον, ανοίγει τον εαυτό του στο να εξετάσει την πραγματική του σύνδεση με αυτό που ως τότε θεωρούσε μύθο: σύμφωνα με τον θρύλο, «Σόλομον» έλεγαν έναν μαύρο σκλάβο που απέδρασε πετώντας και επέστρεψε στην Αφρική. «Σόλομον» έλεγαν, επίσης, τον προπάππο του. Μέχρι το τέλος του βιβλίου, έχοντας μάθει ότι υπάρχει κόστος στο να πετά, αλλά και στο να μην πετά, ο Μίλκμαν φαίνεται πως καταφέρνει να πετάξει.

Διαβάζοντας ολόκληρο το μυθιστόρημα, απολαμβάνει κανείς, μέσα στις πολλές αρετές του, και τη δομή του, η οποία έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο να πλαταίνει και να ανοίγει σε κάθε υποκεφάλαιο, πληθαίνοντας τις συνδέσεις μεταξύ όλων των προηγούμενων κεφαλαίων. Με αυτόν τον θαυμαστό τρόπο, που η Μόρισον έχει επιστρατεύσει στη γραφή της επισταμένα, η ιστορία γίνεται συνεχώς και πιο πολυεπίπεδη, μέχρι που αποδεσμεύεται από το βιβλίο. Το βιβλίο δεν λέει ολόκληρη την ιστορία, αλλά είναι εκεί, για να την πολλαπλασιάσει. Για αυτόν τον λόγο, το παρόν κείμενο δεν μπορεί να είναι παρά μια πολύ μικρή παρουσίαση, με αφορμή την πρόσφατη έκδοση στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος. 

Έχει ενδιαφέρον, στην ελληνική μετάφραση, που είναι έργο της Κατερίνας Σχινά, το ότι τα ονόματα των χαρακτήρων μεταγράφηκαν στα Ελληνικά, δεν μεταφράστηκαν. Επειδή κάθε όνομα φέρει πλήθος σημασιολογικών συνδέσεων που είναι σημαντικές για την πλοκή, αρχικά αντιμετώπισα με καχυποψία αυτή τη μεταφραστική επιλογή, παρόλο που φυσικά είναι ενδεδειγμένη και πλατιά χρησιμοποιούμενη στη μετάφραση λογοτεχνικών κειμένων – θεώρησα, βλέπετε, ότι εδώ θα μπορούσαμε να έχουμε μια εξαίρεση. Εν τέλει, όμως, όχι μόνο είδα την πρακτικότητά της, αλλά τη θεώρησα και εύστοχη, καθώς έτσι τα ονόματα παρατίθενται ακριβώς όπως ήθελαν οι ίδιοι οι χαρακτήρες να τα προφέρουν – κι αυτό είναι, επίσης, ένα κομβικό σημείο που δεν αφορά απλώς κάποιες νοηματικές συνδέσεις, αλλά διατρέχει ολόκληρο το έργο. Ή, όπως γράφει και η Meleika Gesa-Fatafehi στο ποίημά της Say My Name, «You will not stand here on stolen land/ and whitewash my name/ For it is two words intertwined/ holding as much power as a hurricane/ Say it right or don’t say it at all/ For I am Meleika/ I will answer when you call».

 

Το τραγούδι το Σόλομον

Τόνι Μόρισον

Μετάφραση στα Ελληνικά: Κατερίνα Σχινά

Εκδόσεις Παπαδόπουλος


Μοιράσου το με αγαπημένους σου